duodénum
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
duodénum < (μεσαιωνική λατινική) duodenum < duodenum digitorum, (μήκους) δώδεκα δακτύλων
Ουσιαστικό επεξεργασία
duodénum (fr) /dɥɔ.de.nɔm/ αρσενικό
duodénum < (μεσαιωνική λατινική) duodenum < duodenum digitorum, (μήκους) δώδεκα δακτύλων
duodénum (fr) /dɥɔ.de.nɔm/ αρσενικό