Ετυμολογία

επεξεργασία
chèrement < cher

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʃɛʁ.mɑ̃/

  Επίρρημα

επεξεργασία

chèrement (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη cher