• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

cervo

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Εσπεράντο (eo)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
  • 2 Ιντερλίνγκουα (ia)
    • 2.1 Ουσιαστικό

Εσπεράντο (eo)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
cervo < cerv + -o

Ουσιαστικό

επεξεργασία

cervo (eo)

  • ελάφι

Ιντερλίνγκουα (ia)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

cervo (ia) αρσενικό

  • ελάφι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=cervo&oldid=3782339"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Μαΐου 2017, στις 06:23

Γλώσσες

    • Afrikaans
    • Asturianu
    • Azərbaycanca
    • Brezhoneg
    • Català
    • Corsu
    • Čeština
    • Cymraeg
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Euskara
    • Suomi
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Latina
    • ລາວ
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nāhuatl
    • Norsk
    • Polski
    • Português
    • Română
    • Русский
    • Svenska
    • தமிழ்
    • ไทย
    • Tagalog
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Μαΐου 2017, στις 06:23.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας