billion
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΑριθμητικό
επεξεργασίαbillion (en)
- δισεκατομμύριο, δις
- ⮡ Five billion has been set aside for new school buildings.
- Πέντε δις έχουν διατεθεί για νέα σχολικά κτήρια.
- ⮡ Five billion has been set aside for new school buildings.