Ετυμολογία

επεξεργασία

abstentionnisme < abstention + -isme

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ab.stɑ̃.sjɔ.nism/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

abstentionnisme (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία

s'abstenir