Δείτε επίσης: Belphegor

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Belphégor < αρχαία ελληνική Βεελφεγώρ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /bɛl.fe.ɡɔʁ/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία
 
Représentation de Belphégor dans le Dictionnaire infernal (1864).
 
Un camion Belphégor de 1970.

Belphégor (fr) αρσενικό