Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
 
(2) Asterismus

Asterismus (de) αρσενικό

  1. (αστρονομία) σχηματισμός αστέρων, όχι όμως ένας εκ των αναγνωρισμένων από την Διεθνή Αστρονομική Ένωση.
  2. (ορυκτολογία) φως που ανακλάται σε κάποιο ορυκτό και παίρνει σχήμα που θυμίζει αυτό του άστρου.

Δείτε επίσης

επεξεργασία