-όπουλλον
Επίθημα
επεξεργασία-όπουλλον ή -πουλο / -όπουλον ουδέτερο
- υποκοριστικό -ό- + -όπουλον κατά τη γραφή του ποῦλλ(ος) (όψιμη ελληνιστική κοινή) +-ον
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σελ. 100, σελ. 111 - Meursius (Meurs Μόιρς), Johannes, Glossarium graecobarbarum, apud Ludovicum Elzevirium, 1614 @books.google