Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ἤγγελλες

  • β΄ πρόσωπο ενικού στην οριστική ενεργητικού παρατατικού του ρήματος ἀγγέλλω
→ δείτε τη λέξη  ἀγγέλλω