Ετυμολογία

επεξεργασία
ἐξόπισθεν < ἐξ- + ὄπισθεν

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἐξόπισθεν τοπικό

  • από την πίσω πλευρά κάποιου

Άλλες μορφές

επεξεργασία