Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀγαμεμνόνειος < Ἀγαμέμνων

  Επίθετο

επεξεργασία

Ἀγαμεμνόνειος, εία, ειον

  • αναφερόμενος στον Αγαμέμνονα, την πολιτεία του, το στρατό του και τη συμπεριφορά του

Συγγενικά

επεξεργασία