ἄφνω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
άφνω, επίρρημα (βλ. ΕΥΡ. Μήδ. 1205)
Από τη λέξη αυτή παράγεται το επίρρημα «ἄφαρ» που σημαίνει αμέσως, γρήγορα, χωρίς καθυστέρηση (βλ. ΙΛ. 22.270)
Πηγή- βιβλιογραφία από το ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ , Franco Montanari, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ (ΑΘΗΝΑ 2013)