Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἂντυξ < ανά + ρίζα τευχ-

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἂντυξ, θηλ. γενική -γος,

η περιφέρεια κάθε κυκλυκού σώματος:

  1. κύκλος που περιβάλλει την ασπίδα
  2. καμπύλη ή ράβδος
  3. ο κύκλος της ρόδας του άρματος
  4. η τροχιά του πλανήτη.
«οὐ πάνυ ἀπρὶξ ἐχομένους τῆς ἄντυγος». Μιχαήλ Ψελλός χρονογραφία «Η απόκαρσις του Ψελλού 6.193».