ἀποκροτέω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἀποκροτέω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασίαἀποκροτέω
- δημιουργώ ήχο (κρότο) χτυπώντας τα δάχτυλά μου
- ※ ἐνταῦθα δʼ εἶναι μνῆμα τοῦ Σαρδαναπάλλου καὶ τύπον λίθινον συμβάλλοντα τοὺς τῆς δεξιᾶς χειρὸς δακτύλους ὡς ἂν ἀποκροτοῦντα, καὶ ἐπιγραφὴν εἶναι Ἀσσυρίοις γράμμασι τοιάνδε (Στράβων, 14. 5. 9)
- εκεί δε είναι το μνήμα του Σαρδανάπαλλου και στο πέτρινο μνημείο, έχει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού σαν να τα χτυπά, και την εξής επιγραφή με ασσυριακή γράμματα
- ※ ἐνταῦθα δʼ εἶναι μνῆμα τοῦ Σαρδαναπάλλου καὶ τύπον λίθινον συμβάλλοντα τοὺς τῆς δεξιᾶς χειρὸς δακτύλους ὡς ἂν ἀποκροτοῦντα, καὶ ἐπιγραφὴν εἶναι Ἀσσυρίοις γράμμασι τοιάνδε (Στράβων, 14. 5. 9)
Κλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἀποκροτέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.