Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ἀλγῶ

  • συνηρημένος τύπος του ἀλγέω (α΄πρόσωπο οριστικής και υποτακτικής ενεστώτα)