Σερβοκροατικά (sh) Επεξεργασία

  Προφορά Επεξεργασία

ΔΦΑ : /dʑuːrdʑevak/

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

ђурђевак (sh) (λατινική γραφή: đurđevak) θηλυκό

Κλίση Επεξεργασία