• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

лос

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Σερβοκροατικά (sh)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Άλλες μορφές

Σερβοκροατικά (sh) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

лос < πρωτοσλαβική *ôlslь

  Προφορά Επεξεργασία

ΔΦΑ : /lôs/

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

лос (sh) αρσενικό (ло̏с)

  1. (θηλαστικό ζώο) ελάφι
  2. (θηλαστικό ζώο) άλκη

Άλλες μορφές Επεξεργασία

  • los (lȍs)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=лос&oldid=5629694"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Νοεμβρίου 2022, στις 00:55

Γλώσσες

    • English
    • Euskara
    • Français
    • Magyar
    • Íslenska
    • Polski
    • Română
    • Русский
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Νοεμβρίου 2022, στις 00:55.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie