Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
автостоп
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Βουλγαρικά
(bg)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
автостоп
(bg)
αρσενικό
το
ωτοστόπ