Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

συνακόλουθα < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα επεξεργασία

συνακόλουθα

  • για γεγονός ή για φαινόμενο που είναι επακόλουθο άλλου γεγονότος

  Μεταφράσεις επεξεργασία