Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πόνεϊ < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πόνεϊ ουδέτερο άκλιτο

  • είδος μικρόσωμων αλόγων ράτσας, με πλούσια χαίτη και ουρά, που διακρίνονται για την αντοχή και την ήρεμη συμπεριφορά τους

  Μεταφράσεις επεξεργασία