Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πτολεμαϊκά < Πτολεμαῖος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πτολεμαϊκά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
  • τα νομίσματα που κόπηκαν και κυκλοφόρησαν από τους Πτολεμαίους