Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

τα παρίστια

  Ετυμολογία επεξεργασία

παρίστια < παρίστιο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παρίστια θηλυκό

  • συμπληρωματικά ιστία (πανιά) των μεγάλων ιστιοφόρων. Λέγονται και κουρτελάτσες. Χρησιμοποιούνταν με ελαφρύ άνεμο.

  Μεταφράσεις επεξεργασία