Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οψυγιάς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
οψυγιάς
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οψυγιάς
αρσενικό
το μέρος που ξεραίνουν την σταφίδα.υπαρχουν δυο τυποι ο κλασικος στο εδαφος και ο κρεμαστος.