Ετυμολογία

επεξεργασία
ομαδόν < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα

επεξεργασία

ομαδόν

  1. ομαδικά
    πυρ ομαδόν (διαταγή για να πυροβολήσουν όλοι μαζί)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία