Ετυμολογία

επεξεργασία
μπεγλερίζω < μπεγλέρι

μπεγλερίζω

  • παίζω το κομπολόι ή (μεταφορικά) "χρησιμοποιώ κάποιον όπως θέλω". Η αρχική έννοια του ρήματος ήταν "κουνώ τα ζάρια"
<παράδειγμα>


  Μεταφράσεις

επεξεργασία