Ετυμολογία

επεξεργασία
μουντί < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μουντί ουδέτερο

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) μεγάλο πινέλο για ασβέστωμα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία