Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

μηριαίο

  1. μηριαίος, στην αιτιατική του ενικού

μηριαίο, ουδέτερο του μηριαίος

  1. στην ονομαστική του ενικού
  2. στην αιτιατική του ενικού
  3. στην κλητική του ενικού