μετεωρολογικώς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μετεωρολογικώς < μετεωρολογικός + -ώς
Επίρρημα επεξεργασία
μετεωρολογικώς[1]
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μετεωρολογικώς
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ μετεωρολογικώς - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)