Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μανδραγόρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συνώνυμα
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
μανδραγόρας
<
αρχαία ελληνική
μανδραγόρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μανδραγόρας
αρσενικό
(
βοτανική
,
λουλούδι
)
ποώδες
φυτό
Συνώνυμα
επεξεργασία
σερνικοβότανο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μανδραγόρας
ιταλικά
:
mandragora
(it)