Ετυμολογία

επεξεργασία
μήλο το μηδικό < αρχαία ελληνική μῆλον τό μηδικόν

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

μήλο το μηδικό ή μηδικό μήλο ουδέτερο

  • το λεμόνι, όπως το αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες

  Μεταφράσεις

επεξεργασία