Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κυτίο < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κυτίο ουδέτερο

  • κουτί με καπάκι

Σύνθετα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία