Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καῦμα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

καῦμα ουδέτερο

  1. μεγάλη, υπερβολική ζέστη
  2. σημάδι ιδιοκτησίας στο δέρμα ανθρώπου ή ζώου, που έγινε με καυτηριασμό