Ετυμολογία

επεξεργασία
καδινάτσο < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καδινάτσο ουδέτερο

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) μεγάλος σύρτης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία