θρυαλλίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- θρυαλλίς < προελληνική [1]
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θρυαλλίς
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ θρυαλλίς - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.