Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζοΐα θηλυκό

  • αιολικός τύπος του ζωή
    ※  τὸ γὰρ ἅμισυ τᾶς ζοΐας ἔχω ζὰ τὰν σὰν ἰδέαν, τὸ δὲ λοιπὸν ἀπώλετο (Θεόκριτος, Εἰδύλλιον Ἐρῶντος)