Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ευχερής < λείπει η ετυμολογία

Ευ + χειρ

  Επίθετο επεξεργασία

ευχερής

  • που αντιμετωπίζεται, επιτυγχάνεται με ευκολία, χωρίς προβλήματα

  Μεταφράσεις επεξεργασία