Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ετερομήκης < αρχαία ελληνική ἑτερομήκης

  Επίθετο επεξεργασία

ετερομήκης

  1. (μαθηματικά) (για πολύγωνο) που οι πλευρές του έχουν διαφορετικό μήκος
  2. (μαθηματικά) (για αριθμό) που δεν είναι τετράγωνο άλλου αριθμού

  Μεταφράσεις επεξεργασία