Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εθνοπρεπώς < εθνοπρεπής

  Επίρρημα επεξεργασία

εθνοπρεπώς

  • με εθνοπρεπή τρόπο

  Μεταφράσεις επεξεργασία