Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

διαστημοπλοΐα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

διαστημοπλοΐα θηλυκό

  • διαστημοπορική πλοήγηση, η πρακτική χρήση της διαστημοπορίας σε συγκεκριμένες αποστολές

  Μεταφράσεις επεξεργασία