Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γραπώνομαι < ιταλ. grappare

  Ρήμα επεξεργασία

γραπώνομαι αρπάζω κάτι για να κρατηθώ

  Μεταφράσεις επεξεργασία