Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γκρόσο μόντο < λατινική φράση grossus modus

  Επίρρημα επεξεργασία

γκρόσο μόντο

  • πάνω-κάτω, στο περίπου, σε γενικές γραμμές, χονδρικά

  Μεταφράσεις επεξεργασία