Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βλήτα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βλήτα ουδέτερο

  • πρώτος πληθυντικός του βλήτο. Τα βλήτα είναι βρώσιμα χόρτα του καλοκαιριού

  Μεταφράσεις επεξεργασία