Ετυμολογία

επεξεργασία
αποχαλινώνω < λείπει η ετυμολογία

αποχαλινώνω

  • αφήνω κάποιον ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει.

  Μεταφράσεις

επεξεργασία