ανακατεμένος ο ερχόμενος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανακατεμένος ο ερχόμενος < παράφραση της φράσης του Ευαγγελίου "εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος" (κατά Ματθαίον, κα΄,9)
Έκφραση
επεξεργασίαανακατεμένος ο ερχόμενος (και ανακατωμένος ο ερχόμενος)
- μεγάλη αταξία, ανακατωσούρα
- εδώ γίνεται ανακατεμένος ο ερχόμενος· δεν μπορείς να βρεις τίποτε
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ανακατεμένος ο ερχόμενος
|