Ωβήδ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ωβήδ < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΩβήδ αρσενικό
- πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, γιος του Βοόζ και της Ρούθ
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ωβήδ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ωβήδ
|