Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ταχύδημος < ταχύ- + -δημος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ταχύδημος αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία