Πρότυπο:el-κλίσ-'ενώνομαι'
Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαιομαι | el-κλισ-'ενωνομαιόμουν(α) | θα el-κλίσ-'ενώνομαιομαι | να el-κλίσ-'ενώνομαιομαι | ||
β' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαιεσαι | el-κλισ-'ενωνομαιόσουν(α) | θα el-κλίσ-'ενώνομαιεσαι | να el-κλίσ-'ενώνομαιεσαι | (el-κλίσ-'ενώνομαιου) | |
γ' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαιεται | el-κλισ-'ενωνομαιόταν(ε) | θα el-κλίσ-'ενώνομαιεται | να el-κλίσ-'ενώνομαιεται | ||
α' πληθ. | el-κλισ-'ενωνομαιόμαστε | el-κλισ-'ενωνομαιόμαστε el-κλισ-'ενωνομαιόμασταν |
θα el-κλισ-'ενωνομαιόμαστε | να el-κλισ-'ενωνομαιόμαστε | ||
β' πληθ. | el-κλίσ-'ενώνομαιεστε | el-κλισ-'ενωνομαιόσαστε el-κλισ-'ενωνομαιόσασταν |
θα el-κλίσ-'ενώνομαιεστε | να el-κλίσ-'ενώνομαιεστε | (el-κλίσ-'ενώνομαιεστε) | |
γ' πληθ. | el-κλίσ-'ενώνομαιονται | el-κλίσ-'ενώνομαιονταν el-κλισ-'ενωνομαιόντουσαν |
θα el-κλίσ-'ενώνομαιονται | να el-κλίσ-'ενώνομαιονται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαθηκα | θα el-κλισ-'ενωνομαθώ | να el-κλισ-'ενωνομαθώ | el-κλισ-'ενωνομαθεί | ||
β' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαθηκες | θα el-κλισ-'ενωνομαθείς | να el-κλισ-'ενωνομαθείς | el-κλίσ-'ενώνομασου | ||
γ' ενικ. | el-κλίσ-'ενώνομαθηκε | θα el-κλισ-'ενωνομαθεί | να el-κλισ-'ενωνομαθεί | |||
α' πληθ. | el-κλισ-'ενωνομαθήκαμε | θα el-κλισ-'ενωνομαθούμε | να el-κλισ-'ενωνομαθούμε | |||
β' πληθ. | el-κλισ-'ενωνομαθήκατε | θα el-κλισ-'ενωνομαθείτε | να el-κλισ-'ενωνομαθείτε | el-κλισ-'ενωνομαθείτε | ||
γ' πληθ. | el-κλίσ-'ενώνομαθηκαν el-κλισ-'ενωνομαθήκαν(ε) |
θα el-κλισ-'ενωνομαθούν(ε) | να el-κλισ-'ενωνομαθούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχα el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχω el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχω el-κλισ-'ενωνομαθεί | el-κλισ-'ενωνομαμένος | |
β' ενικ. | έχεις el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχες el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχεις el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχεις el-κλισ-'ενωνομαθεί | ||
γ' ενικ. | έχει el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχε el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχει el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχει el-κλισ-'ενωνομαθεί | ||
α' πληθ. | έχουμε el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχαμε el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχουμε el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχουμε el-κλισ-'ενωνομαθεί | ||
β' πληθ. | έχετε el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχατε el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχετε el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχετε el-κλισ-'ενωνομαθεί | ||
γ' πληθ. | έχουν el-κλισ-'ενωνομαθεί | είχαν el-κλισ-'ενωνομαθεί | θα έχουν el-κλισ-'ενωνομαθεί | να έχουν el-κλισ-'ενωνομαθεί |