Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Παράκελσος < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Παράκελσος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία