Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πάτμιος < Πάτμος + -ιος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Πάτμιος αρσενικό, θηλυκό Πάτμια

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία