Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ορθοδόξης < ορθόδοξος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ορθοδόξης αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία